The truth in the lie.

Trolling the truth

Πολιτικες φιγουρες

Πάντα είχα την απορία, γιατί όσοι αποκτούν εξουσία, ξεχνάν ποιοι είναι, ή όπως λέμε οι παλαιοί, ξεχάσαν την καταγωγή τους. Το έχετε παρατηρήσει αυτό; Ποτέ δεν το κατάλαβα και ποτέ δεν το χώνεψα.

Δεν θα μιλήσω για ανθρώπους που έχουν “πετύχει” οικονομικά με τον α ή β τρόπο, μόνο για πολιτικάντιδες που επηρεάζουν την ζωή μας άμεσα.

Και αυτές οι σκέψεις μου έχουν έρθει από τον Γιαννάκη το παιδί για όλες τις δουλείες, που δεν είχε στεριώσει πουθενά, δεν ήταν χαζός, ίσως λίγο τεμπελάκος. Κάτι που από νωρίς ξεκίνησε τα μεροκάματα, κάτι που δεν στέριωνε πουθενά, η μάνα του παρακάλεσε τον βουλευτή να τον πάρει κοντά του.

Και έτσι μετά από χρόνια και αφού ήταν μέσα στα πράγματα τον είδαμε και βουλευτή. Η μητέρα του πήγε να ζήσει μαζί του και ο Γιαννάκης μας θυμόταν μόνο κάθε εκλογές, αλλά με την κυρα-Ασημίνα ήμασταν φίλες κι έτσι όταν πήγα στην Αθήνα για παραγγείλω μερικά πράγματα για την κόρη μου, έμεινα σπίτι τους.

Σπίτι, στο χωρίο σπίτι λέμε ένα κτίριο με μερικά δωμάτια, το δικό του ήταν 3 πολυτελής κατοικίες με ένα τεράστιο κήπο στο Ψυχικό. Εκεί η μητέρα του μου εμπιστεύτηκε ότι έχει αλλάξει ο “Γιαννάκης” της, “Δεν είναι ο άνθρωπος που θυμάσαι κυρα Κούλα μου”, μου είπε. “Τον βλέπουμε σπάνια σπίτι, ακόμα και τα παιδιά του δεν τα βλέπει, νομίζω ότι τον έχει πιάσει το κακό το ριζικό Κούλα μου”. Και το πιο τρομακτικό που μου είπε ήταν ότι τα μάτια του έχουν αλλάξει, δεν είχε ότι συνήθειες είχε και ότι δεν τρώει ποια τον μουσακά της. Βασικά μου είπε ότι δεν τρώει καθόλου κι όταν έρχεται σπίτι κλειδώνεται μόνος του στην βιβλιοθήκη.

Φυσικά και το απέδωσα στην φαντασία της κι ότι ο Γιάννης την έχει αφήσει μόνη στο σπίτι, λογικό, ο άνθρωπος είναι πολιτικός, πρέπει να κάνει συναντήσεις και να οργανώνει το μέλλον της χώρας.

Τον Γιάννη τον είδα μετά από 3 μέρες, στο βραδινό, ήταν η σκιά του εαυτού του, δεν μιλούσε, δεν έφαγε παρά μόνο λίγα χόρτα και μας καληνύχτισε. Το βράδυ σηκώθηκα για να πάω προς νερού μου και η περιέργεια με έκανε να περάσω από την βιβλιοθήκη, τον είδα σκυμμένο σε ένα βιβλίο, “Γεια σου παιδί μου” του είπα, τα μάτια που αντίκρισα εκείνο το βράδυ θα τα θυμάμαι μέχρι να πεθάνω.

Τα μάτια του ήταν κατακόκκινα και ένοιωσα σαν να μου ρουφάει την ψυχή, πανικοβλήθηκα και πήγα να το βάλω στα πόδια, να τρέξω μακριά από τον Γιάννη, αλλά το μόνο που θυμάμαι μετά είναι να ξυπνάω στο κρεβάτι. Μπερδεμένη προσπάθησα να βρω τι είχε γίνει, η μητέρα του με ενημέρωσε ότι ο Γιάννης είχε φύγει νωρίς το πρωί για το εξωτερικό, με ρώτησε τι έχω, τις τα μπέρδεψα και ετοιμάστηκα να φύγω από αυτό το σπίτι. Δεν με ενδιέφερε που η Ασημίνα θα με παρεξηγούσε, ήθελα να φύγω, την χαιρέτισα όπως όπως και έφυγα για το χωριό.

Δεν ξέρω τι είδα εκείνο το βράδυ, αλλά δεν ήταν άνθρωπος, ούτε θέλω να μάθω τι ήταν, γιατί του θεού δεν ήταν σίγουρα. Όλο το περιστατικό το είπα στον Παπαβαγγέλη με το νι και με το σίγμα, ο κακομοίρης με καθησύχασε λέγοντας ότι πιθανώς είχα δει όνειρο και με έστειλε να φτιάξω τα κόλλυβα για το Ψυχοσάββατο.

Από τότε δεν έχω συναντήσει τον Γιάννη, ούτε όταν έρχεται στο χωρίο για της εκλογές. Ελπίζω μόνο οι προσευχές μου να μου δώσουν δύναμη και να μην ξανασυναντήσω τέτοιο κακό πλάσμα.

Από τότε παρατηρώ όλους τους πολίτικους εάν αλλάζουν σαν άνθρωποι και έχω δει ότι αλλάζουν, γίνονται άλλοι. Σαν να περνάνε μια μύηση και δεν νοιάζονται ποια για τους ανθρώπους, παρά μόνο για τα σχεδιαγράμματα και τους αριθμούς. Παρατηρήστε το και εσείς, θα δείτε ότι έχω δίκιο.

Επόμενο Άρθρο

Προηγούμενο Άρθρο

© 2024 The truth in the lie.

Powered by Ageroth